Υπογονιμότητα

Ο ορισμός της υπογονιμότητας έγκειται στη μη επιτυχή προσπάθεια σύλληψης και τεκνοποίησης του εκάστοτε ζευγαριού, έπειτα από τακτικές σεξουαλικές επαφές χωρίς κανένα προστατευτικό μέσο. Υπάρχουν δύο τύποι υπογονιμότητας, η πρωτοπαθής υπογονιμότητα και η δευτεροπαθής υπογονιμότητα. Κατά την πρωτοπαθή υπογονιμότητα το ζευγάρι δεν είχε κάποια εμπειρία εγκυμοσύνης στο παρελθόν, ενώ κατά τη δευτεροπαθή υπογονιμότητα το ζευγάρι είχε στο παρελθόν την εμπειρία της εγκυμοσύνης. Τα πιθανά αίτια της υπογονιμότητας μπορεί να οφείλονται σε έναν αριθμό παραγόντων, όπως την ηλικία της μητέρας, το δείκτη μάζας σώματος (BMI), την ποσότητα καφεΐνης, την κατανάλωση αλκοόλ και το κάπνισμα.

Διερεύνηση υπογονιμότητας

Αντρική υπογονιμότητα
Ο αντρικός παράγοντας παίζει σημαντικό ρόλο στη διερεύνηση της υπογονιμότητας ενός ζευγαριού. Σύμφωνα με εγκεκριμένες έρευνες μάλιστα, το 30% των περιπτώσεων υπογονιμότητας αφορά τον αντρικό παράγοντα. Στην περίπτωση αυτή λοιπόν, συνιστάται ένα σπερμοδιάγραμμα, το οποίο πραγματοποιείται έπειτα από τουλάχιστον τρεις ημέρες σεξουαλικής επαφής, σε εξειδικευμένο μικροβιολογικό εργαστήριο.
Εάν τα αποτελέσματα από την καλλιέργεια σπέρματος υποδείξουν κάποια υποκλινική λοίμωξη, είναι πιθανό η ποιότητα του σπέρματος να έχει επηρεαστεί σημαντικά από αυτή, καθηστώντας απαραίτητη τη χορήγηση συγκεκριμένης θεραπείας.
Διερεύνηση ωοθυλακιορρηξίας
Κατά τη διάρκεια της 2ης με 3ης ημέρας του κύκλου, η γυναίκα υπόκεινται σε έναν ορμονολογικό έλεγχο απαραίτητο για τη διερεύνηση της υπογονιμότητας. Στην εξέταση αίματος αυτή ελέγχονται οι κυριότερες ορμόνες όπως, η LH, FSH, TSH, T3, T4, DHEA-S, Οιστραδιόλη, Προλακτίνη, Τεστοστερόνη και Προγεστερόνη. Σημειώνεται εδώ ότι η θυλακιοτρόπος ορμόνη (FSH) πρέπει να είναι χαμηλή, διότι όσο αυξάνεται μας προειδοποιεί για μια πιθανή πρόωρη εμμηνόπαυση.
Εξέταση στις σάλπιγγες και την περιτοναϊκή κοιλότητα
Κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης του κύκλου, η γυναίκα υπόκεινται σε μια υστερο-σαλπιγγογραφία. Η διαδικασία αυτής περιλαμβάνει την έγχυση σκιαγραφικού υγρού στον τράχηλο της μήτρας με σκοπό την απεικόνιση της ενδομήτριας κοιλότητας. Αυτή η εξέταση έχει ως αποτέλεσμα τον εντοπισμό ορισμένων ανωμαλιών της μήτρας, ινομυώματος ή ενδομήτριου πολύποδα.
Ενδελεχής έλεγχος της μήτρας
Με τη βοήθεια του ενδοκολπικού υπερηχογράφηματος, μας παρέχεται ανώδυνα μία σαφής απεικόνιση του εσωτερικού της μήτρας, με σκοπό τον εντοπισμό πιθανών ινομυωμάτων, ενδομήτριου πολύποδα και άλλων ανωμαλιών της μήτρας, για τη διερεύνηση των αιτιών της υπογονιμότητας.

Υποβοηθούμενη αναπαραγωγή

Ενδομήτρια σπερματέγχυση
Η ενδομήτρια σπερματέγχυση πραγματοποιείται έπειτα από λεπτομερή και εργαστηριακή επεξεργασία του σπέρματος τις κατάλληλες ημέρες του κύκλου της γυναίκας. Ορισμένες φορές και σύμφωνα με την εκάστοτε περίσταση, συνοδεύεται από την πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας ή την απλή παρακολούθηση των ωοθηκών της γυναίκας. Σύμφωνα με εμπεριστατωμένες έρευνες η υποβοηθούμενη αυτή μέθοδος αναπαραγωγής αυξάνει το ποσοστό σύλληψης κατά 13%.
Πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας
Η μέθοδος υποβοηθούμενης αναπαραγωγής με την πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας συντελείται με τη βοήθεια συγκεκριμένης φαρμακευτικής αγωγής είτε από το στόμα ή ενέσιμης και με τη σωστή και παράλληλη παρακολούθηση των ωοθηκών μπορεί να συντελέσει σε σύλληψη.
Εξωσωματική γονιμοποίηση
Η μέθοδος αυτή αποτελεί το τελευταίο υποβοηθητικό μέσο της αναπαραγωγικής φάσης. Μελέτες έχουν αποδεδειγμένα στηρίξει τα υψηλά ποσοστά επιτυχίας της μεθόδου που αγγίζουν μέχρι και το 40%. Το ποσοστό επιτυχίας καθορίζεται ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της κάθε γυναίκας, αλλά και του ίδιου του ζευγαριού. Η διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης ξεκινά με τις προκλήσεις ωοθυλακιορρηξίας στη γυναίκα. Στη συνέχεια, και κατά το ήμισυ του κύκλου της γυναίκας πραγματοποιείται η ωοληψία, με σκοπό την τεχνητή γονιμοποίηση των ωαρίων και των σπερματοζωαρίων. Στην τελική φάση και κατά τη 2η με 5η ημέρα της γονιμοποίησης, πραγματοποιείται η εμβρυομεταφορά στο εσωτερικό της μήτρας.